αλέξανδρος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Άλλο όνομα του Πάρη που του δόθηκε επειδή, όταν ήταν μικρός, βοήθησε στη διάσωση των κοπαδιών από επιδρομή ληστών «αλεξήσας ποίμνια», παρέχοντας δηλαδή σε αυτά προστασία. 2. Γιος του Ευρυσθέα, που σκοτώθηκε στον… … Dictionary of Greek
Ακάμηρος — (τέλη 8ου – αρχές 9ου αι. μ.Χ.).Ηγεμόνας των Σλάβων της Θεσσαλίας, στην εποχή της αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας (797 802). Ο Α. προσπάθησε να φυγαδεύσει από την Αθήνα τους γιους του Κωνσταντίνου Ε’, που βρίσκονταν εκεί εκτοπισμένοι με… … Dictionary of Greek
Βαρβάκης, Ιωάννης — (Ψαρά 1745; – Ζάκυνθος 1825). Εθνικός ευεργέτης. Νεαρός ακόμα εμποροπλοίαρχος, πρωτοστάτησε στην αποστασία των Ψαριανών από τον τουρκικό ζυγό και στην προσχώρησή τους στο απελευθερωτικό κίνημα του στρατηγού Ορλόφ, που είχε τότε κατεβεί επικεφαλής … Dictionary of Greek
Λάσκος, Βασίλειος — (Μάνδρα Ελευσίνας 1899 – 1943). Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ήρωας του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Σπούδασε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και ειδικεύτηκε στον κλάδο των υποβρυχίων. Το 1926 τοποθετήθηκε κυβερνήτης του τορπιλοβόλου Πέργαμος, με το… … Dictionary of Greek